Εικονες

Πόσο οικεία του είχε γίνει αυτή η εικόνα που την αντίκρυζε σχεδόν κάθε βράδυ. Ενα φωτισμένο παράθυρο. Ανάμεσα σε τόσα άλλα, σε κάποιο σπίτι, μέσ΄στην απέραντη πολιτεία. Με μια γυναικεία μορφή, καθισμένη τις περισσότερες φορές σ΄ένα μικρό τραπέζι σαν γραφείο, γράφοντας στο ημερολόγιό της, ή διαβάζοντας κάτι.
Μια εικόνα, όπως τόσες και τόσες άλλες, μια εικόνα που του τράβηξε όμως την προσοχή του, χωρίς να ξέρει ακριβώς γιατί. Μέσα στην ησυχία της νύχτας, ένα φωτισμένο παράθυρο.
Του είχε γίνει πλέον οπτασία που την περιμένει να τη δεί μόλις νυχτώνει. Μια εικόνα που έγινε σιγά- σιγά απαραίτητη. Κάτι σαν συνήθεια, πριν κοιμηθεί. Σαν ένα δικό του κομμάτι από τη ζωή του.
Πολλές φορές αναρωτήθηκε τί μπορεί να γράφει ή να διαβάζει. Πάντοτε εκεί, στην ίδια ακριβώς θέση κάθε βράδυ.
Και τί περίεργο συναίσθημα, αν κάποια φορά δεν ήταν εκεί, στην ίδια θέση όπως καθε βράδυ. Άρχιζε τις υποθέσεις για το πού να βρίσκεται, ή ακόμη μήπως έπαθε κάτι, και είναι το δωμάτιο σκοτεινό. Και περιμένει, και περιμένει μέχρι να γυρίσει, για να φωτίσει έστω και για λίγο, σαν πυρσός τα σκοτεινά μονοπάτια της ψυχής του.
Πόσες φορές συλλαμβάνει τον εαυτό του να κοιτάει το ρολόι, να την ξαναδεί και πάλι, εκεί στην ίδια θέση, να διαβάζει. Να διαβάζει μάλλον τα μαθήματά της, ή ακόμη και τα μελλούμενα...
..............................................
"Ώσπου κατέβηκε η ομίχλη / Αυτή η ανελέητη ομίχλη / που εμφανίζεται συνήθως / στις φευγαλέες ονειρώδεις πόλεις / που οικοδομούμε ανερώτιστα / μέσα σε ξένα μάτια"
[Κ. Δημουλά]