Είχε διαλέξει ένα τραπεζάκι κοντά στο μεγάλο παράθυρο κάτω από ένα ασυνήθιστο αλλά ζεστό ντεκόρ και παρήγγειλε το αγαπημένο της ποτό.
Υπέμενε όλες τις μέρες, όλη την εβδομάδα, αγόγγυστα τις απαιτήσεις της δουλειάς της και περίμενε με ευχάριστη προσμονή τη μέρα αυτή. Ήταν η δική της μέρα και την είχε σαν επιβράβευση μιας καλότυχης προσπάθειας.
Τα λεπτά περνούσαν με αδημονία όπως κι οι ανθρωποι από μπροστά της. Έτρεχαν ξανά από τη σκέψη της τα γεγονότα που προηγήθηκαν μέχρι να έρθει αυτή η στιγμή κι αναρρωτιόταν πως μερικές φορές τα πράγματα είναι ή φαίνονται αρκετά εύκολα για να βρούν το δρόμο τους. Ένα αδιόρατο χαμόγελο αναδύονταν στα χείλη της όσες φορές ξαναζωντάνευε τους σύντομους διαλόγους μαζί του στο τηλέφωνο και τα μάτια της δεν έλεγαν να ξεκολήσουν από τα sms του κινητού της που ξαναδιάβαζε μέχρι τώρα. Η ώρα όμως περνούσε ακατανόητα χωρίς καμία παρουσία, όπως άρχισε να συνειδητοποιεί. Κάτι δεν πήγαινε καλά και προσπάθησε να κρατήσει την ψυχραιμία της. Εντάξει δεν χάλασε ο κόσμος, συμβαίνουν κι αυτά, αναλογίστηκε. Άρχισε να ετοιμάζεται για να φύγει όταν φθάνοντας στην έξοδο έπεσε πάνω στον Κ. εκείνον που επιζητούσε πάντα την συντροφιά της αλλά δεν υπήρχε μέχρι τώρα ανταπόκριση από την πλευρά της. Σχεδόν τον άρπαξε από τους ώμους, λέγοντάς του ότι απόψε είναι δική του και χάθηκαν μαζί μες στη νύχτα...
Labels: συντομες ιστοριες