
Την περίμενε να έλθει με το αυτοκίνητό της, όπως του είχε τηλεφωνήσει, μάλλον ξαφνικά, οδηγώντας, και κάπως αναστατατωμένη. Έτσι του φάνηκε τουλάχιστον. Είχε καιρό να δεί τη μικρή του φίλη, τη μικρή
τουλίπα όπως την έλεγε. Την είχε επιθυμήσει.
Ο ίδιος έφθασε λίγο νωρίτερα στη μεγάλη πλατεία ξεφεύγοντας με το
ποδήλατό του, από την κίνηση του δρόμου και το μποτιλιάρισμα, ανάμεσα από τα κενά των αυτοκινήτων, τους πεζόδρομους και τις ζαρντινιέρες. Ο
σκύλος του τον ακολούθησε τρέχοντας πλάϊ του και τώρα ξεκουράζονταν πάνω στο δροσερό χορτάρι της πλατείας.
Κάθισε σ' ένα cafe, δίπλα σ' ένα τεράστιο παράθυρο να την περιμένει, χαζεύοντας το πολύχρωμο πλήθος έξω...
Μόλις έφθασε πρόσεξε αμέσως τον
σπασμένο προφυλακτήρα του αυτοκινήτου και η
απορία ζωγραφίστηκε αμέσως στο πρόσωπό του. Μα όταν κατέβηκε και πλησίασε, την κοιτούσε προσεκτικά να σιγουρευτεί ότι ήταν καλά, κρατώντας την σφιχτά με τα δυό του χέρια διατρέχοντάς την με το βλέμμα του από πάνω μέχρι κάτω, και μόνο τότε το πρόσωπό του φωτίστηκε χαρούμενο σαν μικρό
παιδί.
Με μια χορευτική κίνηση σαν υπόκλιση, κάθισε δίπλα του χαμογελαστή για ν΄απολαύσει μαζί του τον ζεστό καφέ που άχνιζε στα φλυτζάνια τους στο γελαστό απόγευμα.
Χείμαρος ορμητικός οι λέξεις της, για τη ζωή της, για τον έρωτά της το μεγάλο της παράπονο. Άλλωστε γι αυτό ζήτησε να τον δεί, ήταν ο μόνος που την καταλάβαινε πάντα, που την άκουγε με προσοχή και κατανόηση, που την ηρεμούσε.
Συνέχιζε, καταθέτοντας χωρίς περιστροφές τις σκέψεις της για τις μοναχικές διαδρομές της ψυχής της και της αγάπης. Για τα αδιέξοδα που αφήνουμε να δημιουργούνται χωρίς να το καταλαβαίνουμε κι εγκλωβιζόμαστε μέσα σε χώρους που δεν μας αφήνουν ούτε ν΄αναπνεύσουμε. Για την χαρά που καταντά καταπίεση και σκλαβιά, για τα χρώματα μέσα μας που ξεβάφουν γρήγορα...
Η μπάσα φωνή του Λουις Αρμστρογκ μουρμούριζε για έναν υπέροχο κόσμο, καθώς η μέρα αποσύρονταν, και της υπενθύμισε τα σοφά λόγια της Στέλα Μπόουεν "Το να πάψεις να είσαι ερωτευμένος είναι μια λεπτή και σημαντική διαδικασία, εξίσου απαραίτητη στο δρόμο της σοφίας με την αντίστροφη εμπειρία"
Ειπώθηκαν κι άλλα, πολλά κι αισθανόταν ήδη πιο όμορφα μετά την συνάντηση. Τα σύννεφα είχαν εξαφανιστεί κι ο ήλιος ήσυχος και ράθυμος βυθίζονταν σιγά-σιγά αφήνοντας στη θέση του τα φώτα της πόλης, μέχρι να επιστρέψει και πάλι, στην ώρα του όπως πάντα, κάνοντας εκείνη τη στιγμή τις αγαπημένες της τουλίπες ν΄αποκτήσουν τέτοια χρώματα όπως καμμία φορά μέχρι τώρα δεν είχε ξαναδεί, κρατώντας στο χέρι το
βιβλίο που της είχε μόλις χαρίσει ο καλός της φίλος αποχαιρετώντας την...
sine qua non.